Ακάθεκτα συνεχίζουν τις εργασίες τους τα ρωσικά γεωτρύπανα πετρελαίου
Share
Όταν η Ρωσία γνωστοποίησε πρόσφατα την πρόθεσή της να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως, ή περίπου στο 5% της παραγωγής της τον Μάρτιο, ως γενικότερη ανταπάντηση στις δυτικές κυρώσεις, διατυπώθηκε μια έντονη επιφυλακτικότητα σχετικά με το αν όντως το έκανε αυτό από επιλογή.
Πιο συγκεκριμένα, η Ρωσία αντιμετωπίζει μια σειρά από σύνθετες προκλήσεις όσον αφορά τον τομέα του πετρελαίου καθώς είναι μπλεγμένη σε ένα σφιχτό πλέγμα οικονομικών περιορισμών, από τις απαγορεύσεις στις εξαγωγές τεχνολογίας στη χώρα μέχρι την πρόσφατη απαγόρευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις περισσότερες εισαγωγές πετρελαίου της. Όσον αφορά τη Δύση, η Μόσχα έχει αρχίσει να δείχνει εμφανή σημάδια κόπωσης υπό το βάρος των ολοένα και πιο αυστηρών κυρώσεων.
«Δεν ήταν εθελοντικό, τους επιβλήθηκε», δήλωσε ο Kadri Simson, Επίτροπος Ενέργειας της ΕΕ, σε συνέντευξή του στο Κάιρο. «Δεν έχουν τη δυνατότητα να διατηρήσουν τους όγκους παραγωγής επειδή δεν έχουν πρόσβαση στην απαραίτητη τεχνολογία».
Μια διαφορετική εικόνα
Ωστόσο, οι πληροφορίες που προέρχονται από τη Ρωσία διαγράφουν μια τελείως διαφορετική κατάσταση. Όπως γράφει το Bloomberg, οι ρωσικές εταιρείες έκαναν τις περισσότερες γεωτρήσεις στα κοιτάσματα πετρελαίου τους σε περισσότερο από μια δεκαετία πέρυσι, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με το ότι οι δυτικές κυρώσεις ή η αποχώρηση ορισμένων μεγάλων δυτικών εταιρειών επηρέασαν άμεσα τις εν λόγω δραστηριότητες τους.
Αυτό βοηθά στο να εξηγηθεί πώς ανέκαμψε η παραγωγή πετρελαίου της χώρας το δεύτερο εξάμηνο του 2022, ακόμη και όταν επιβλήθηκαν περαιτέρω περιορισμοί στις εξαγωγές της.
«Η βιομηχανία συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό να λειτουργεί όπως πριν», δήλωσε ο Vitaly Mikhalchuk, επικεφαλής του ερευνητικού κέντρου στην Business Solutions and Technologies, πρώην ρωσική μονάδα συμβούλων της Deloitte & Touche LLP. «Η Ρωσία μπόρεσε να διατηρήσει τις περισσότερες αρμοδιότητες, περιουσιακά στοιχεία και τεχνολογίες στον τομέα των υπηρεσιών πετρελαίου».
Από την απόφαση του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία πριν από σχεδόν έναν χρόνο, η βιομηχανία πετρελαίου της Ρωσίας έχει υποστεί την πιο δραματική αλλαγή στις πολιτικές συνθήκες από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι αποεπενδύσεις
Δυτικές μεγάλες εταιρείες, μεταξύ των οποίων BP Plc, Shell Plc και Exxon Mobil Corp. αποσύρθηκαν από μεγαλεπήβολα έργα και επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στη χώρα. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησαν και μερικοί από τους μεγαλύτερους διεθνείς παρόχους υπηρεσιών. Η Ευρώπη εισήγαγε επίσης «ολοκληρωτικό περιορισμό των εξαγωγών σε εξοπλισμό, τεχνολογία και υπηρεσίες για την ενεργειακή βιομηχανία στη Ρωσία».
Ωστόσο, οι ρωσικές εξέδρες πετρελαίου άνοιξαν συνολικό βάθος άνω των 28.000 χιλιομέτρων πέρυσι, το υψηλότερο σε πάνω από μια δεκαετία, σύμφωνα με στοιχεία της βιομηχανίας που είδε το Bloomberg. Τα ίδια στοιχεία, δείχνουν ότι ο συνολικός αριθμός των νέων πηγαδιών αυξήθηκε σχεδόν 7% σε πάνω από 7.800, με τις περισσότερες βασικές εταιρείες πετρελαίου να ξεπερνούν τα αποτελέσματά τους του προηγούμενου έτους.
Καταλύτες
Αρκετοί παράγοντες συντέλεσαν στη διατήρηση της βιομηχανία του πετρελαίου στη Ρωσία.
Αρχικά, σύμφωνα με στοιχεία της Vygon Consulting, οι μεγαλύτεροι διεθνείς πάροχοι αντιπροσώπευαν μόνο το 15% του συνολικού τμήματος υπηρεσιών πετρελαίου της χώρας το 2021. Οι εσωτερικές μονάδες εγχώριων παραγωγών όπως η Rosneft PJSC, η Surgutneftegas PJSC και ο Όμιλος Gazprom αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς.
Επιπλέον, μερικοί από τους σημαντικότερους δυτικούς παρόχους υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων οι SLB και η Weatherford International Plc πετρελαίου, ακολούθησαν αντίθετο δρόμο και συνέχισαν τις δραστηριότητες τους στη χώρα, με κάποιους όμως περιορισμούς. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της SLB Olivier Le Peuch δήλωσε τον Ιούλιο ότι η μοναδική διάρθρωση της εταιρείας του της δίνει τη δυνατότητα να συνεχίζει να δραστηριοποιείται στη Ρωσία ενώ συμμορφώνεται πλήρως με τις κυρώσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Η Weatherford είπε πέρυσι ότι είχε σταματήσει «οποιεσδήποτε νέες επενδύσεις ή ανάπτυξη νέας τεχνολογίας στη Ρωσία», αλλά η πιο πρόσφατη τριμηνιαία έκθεσή της εξακολουθεί να κατατάσσει το έθνος μεταξύ των περιοχών όπου δραστηριοποιείται. Ο πάροχος πετρελαϊκών υπηρεσιών αρνήθηκε να κάνει κάποιο σχόλιο για τις ρωσικές δραστηριότητές του ως απάντηση σε αίτημα του Bloomberg.
Τέλος, οι δύο κολοσσοί των υπηρεσιών πετρελαίου, η Halliburton Co. και η Baker Hughes Co, πριν αποχωρήσουν από τη Ρωσία, προχώρησαν στην πώληση των εγχώριων επιχειρήσεων τους στην τοπική διοίκηση, επιτρέποντας παράλληλα στις μονάδες να διατηρήσουν προσωπικό και τεχνογνωσία, σύμφωνα με τον Victor Katona, αναλυτή της Kpler.
Οι προκλήσεις
Ωστόσο, ενώ οι συνέπειες των κυρώσεων φαίνεται να είναι περιορισμένες, η ρωσική βιομηχανία πετρελαίου αντιμετωπίζει άλλες προκλήσεις. Η χώρα δεν έχει την ικανότητα να αποθηκεύει πετρέλαιο σε μεγάλη κλίμακα, επομένως εάν οι εταιρείες δεν μπορούν να πουλήσουν ό,τι παράγουν λόγω των δυτικών περιορισμών, το σύστημα μπορεί γρήγορα να κορεστεί.
Αυτό συνέβη τις εβδομάδες αμέσως μετά την εισβολή στην Ουκρανία πέρυσι, όταν μια απεργία αγοραστών διόγκωσε τα αποθέματα αργού σε τέτοιο βαθμό που η χώρα αναγκάστηκε να μειώσει την παραγωγή κατά περίπου 500.000 βαρέλια την ημέρα.
Δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η απαγόρευση των εισαγωγών αργού από την ΕΕ στις 5 Δεκεμβρίου έχει προκαλέσει παρόμοια προβλήματα, με τη ρωσική παραγωγή να παραμένει σταθερή τους δύο μήνες από τότε. Είναι ακόμη νωρίς για να αξιολογήσουμε τον πλήρη αντίκτυπο της ευρωπαϊκής απαγόρευσης της 5ης Φεβρουαρίου στην αγορά των ρωσικών διυλισμένων καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του ντίζελ — για το οποίο ήταν η μεγαλύτερη αγορά.
Οι ρυθμοί επεξεργασίας στα ρωσικά διυλιστήρια το πρώτο 8μηνο του Φεβρουαρίου ήταν περίπου 2% πάνω από τα επίπεδα του Ιανουαρίου, σε λίγο πάνω από 5,8 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, σύμφωνα με στοιχεία του κλάδου που είδε το Bloomberg. Η πλεονάζουσα χωρητικότητα στα αποθέματα πετρελαίου της χώρας ήταν πάνω από 25 εκατομμύρια βαρέλια στις 10 Φεβρουαρίου, σε σύγκριση με 20 εκατομμύρια βαρέλια πέρυσι όταν αναγκάστηκε να μειώσει την παραγωγή.
Πηγή: ot.gr